Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2018

Γιατί η ΝΔ δεν έχει πιάσει ταβάνι

Ο επικοινωνιακός μηχανισμός της Κυβέρνησης, διακινεί το τελευταίο διάστημα μια (βολική για αυτήν) θεωρία.
Ότι η Νέα Δημοκρατία είναι μεν πρώτη, αλλά κυμαίνεται σε χαμηλά ποσοστά, «έχει πιάσει ταβάνι» και έχει εξαντλήσει την όποια εκλογική της δυναμική.
Είναι όμως έτσι;

Μια πιο προσεκτική μελέτη των δημοσκοπήσεων (ώστε να μη μένουμε μόνο σε υποκειμενικές προσωπικές εκτιμήσεις) δείχνει ακριβώς το αντίθετο: Η Νέα Δημοκρατία όχι μόνο δεν έχει πιάσει ταβάνι, αλλά είναι σήμερα σε καλύτερη δημοσκοπική κατάσταση από ό,τι ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ τις παραμονές τις δικής του εκλογικής νίκης...


Για την τεκμηρίωση της παραπάνω διαπίστωσης, θα αξιοποιηθούν τα στοιχεία 5 γνωστών εταιρειών δημοσκοπήσεων (αλφαβητικά: ALCO, K-Research, Metron Analysis, MRB, Παν.Μακεδονίας) επιλέγοντας ως κεντρική τιμή το μέσο όρο των προβλέψεών τους, μέθοδος που θεωρείται δόκιμη και είναι συνήθης.
Επιλέγονται δε δύο χρονικές περίοδοι με παρόμοια χαρακτηριστικά. Το Φθινόπωρο 2014, όταν οι εκλογές ήταν ορατές, αλλά δεν είχαν ακόμα προκηρυχθεί και τα τέλη 2017, οι πιο πρόσφατες δηλαδή έρευνες, όπου βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο κυβερνητικού κύκλου.
Τι δείχνουν λοιπόν τα ερευνητικά δεδομένα:
– Ο ΣΥΡΙΖΑ, π.χ. τον Ιούνιο 2012 είχε λάβει 26,9%. Στις δημοσκοπήσεις του Φθινοπώρου 2014, δυόμισι χρόνια μετά, λάμβανε μεσοσταθμικά 26,1%. Δεν είχε πιάσει συνεπώς ακόμα το ποσοστό του των προηγούμενων εκλογών. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι: α) είχε ισχυρή δυναμική εξουσίας, β) είχαν διεξαχθεί πρόσφατα Ευρωεκλογές και γ) οι βουλευτικές εκλογές πλησίαζαν λόγω της διαδικασίας εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Γεγονότα τα οποία σε εκείνη τη συγκυρία ευνοούσαν δημοσκοπικά τον ΣΥΡΙΖΑ.
– Αντιθέτως, η ΝΔ σήμερα έχει ήδη υπερβεί δημοσκοπικά το ποσοστό που έλαβε στις τελευταίες εκλογές. Τον Σεπτέμβριο ’15 η ΝΔ είχε λάβει 28,1%. Στο ίδιο χρονικό σημείο, δυόμισι χρόνια μετά, λαμβάνει μεσοσταθμικά 29,7%. Έχει σήμερα ψηλότερο ποσοστό από ό,τι είχε ο ΣΥΡΙΖΑ 2-3 μόλις μήνες πριν την εκλογική του νίκη και μάλιστα χωρίς η ίδια να υπόσχεται σκίσιμο του μνημονίου, κατάργηση ΕΝΦΙΑ, επιστροφή μισθών-συντάξεων, κλπ.
– Στον δείκτη της «καταλληλότητας για Πρωθυπουργός», το Φθινόπωρο ’14 ο Α. Τσίπρας υστερούσε έναντι του Α. Σαμαρά (28,7% έναντι 36,8%) επιβεβαιώνοντας την παράδοση που θέλει τον εν ενεργεία πρωθυπουργό να έχει αβαντάζ στο σχετικό ερώτημα, ακόμα και όταν το κόμμα του χάνει τις εκλογές. Σήμερα, ο Κ. Μητσοτάκης προηγείται του Α. Τσίπρα με σαφή διαφορά (28,9% έναντι 20,7%), ανατρέποντας – για πρώτη φορά, σε αυτή τη χρονική περίοδο – τη σχετική παράδοση.
– Ως προς τις συσπειρώσεις, για τις οποίες γίνεται αρκετή συζήτηση: η διαφορά υπέρ της ΝΔ δεν οφείλεται μόνο στην υψηλή δική της συσπείρωση, αλλά κυρίως στην απευθείας μετακίνηση ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τη ΝΔ, η οποία κυμαίνεται σταθερά γύρω στο 10% (καθαρό 3,5% εκλογικού σώματος δηλαδή), ποσοστό που από μόνο του λήγει το ζήτημα της πρώτης θέσης.
Η δε θεωρία ότι οι αναποφάσιστοι θα επιστρέψουν στο κόμμα προέλευσής τους αποτελεί μια ατεκμηρίωτη εικασία. Στις τελευταίες 3 εκλογές που διεξήχθησαν σε χρονική απόσταση από τις προηγούμενες (2009, Μάιος 2012, Ιανουάριος 2015) είχαμε σημαντικές ανακατατάξεις ακριβώς επειδή η τάση πλέον είναι οι αναποφάσιστοι να μην επιστρέφουν στο κόμμα προέλευσής τους.
– Τέλος, αξίζει να δούμε τον δείκτη «συμπάθειας/αντιπάθειας» που διαμορφώνεται. Οι τάσεις της MRB (Δεκ.’17) έχουν δύο πολύ ενδιαφέροντα ερωτήματα:
Α) «Ποιο κόμμα θέλετε να κερδίσει έστω με μια ψήφο τις επόμενες εκλογές», στο οποίο η ΝΔ λαμβάνει 36,2% έναντι 25,1% του ΣΥΡΙΖΑ.
Β) «Ποιο κόμμα θα στενοχωρηθείτε αν κερδίσει έστω με μία ψήφο τις εκλογές;», στο οποίο η εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ «στενοχωρεί» 47,8%, ενώ της ΝΔ το 28,3%. Η ίδια τάση (απλώς κάπως μικρότερη) παρατηρείται και μεταξύ των αναποφάσιστων ψηφοφόρων. Βλέπουμε συνεπώς ότι το «να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ» είναι πιο ισχυρό από το «να μην έρθει η ΝΔ», στοιχείο που επίσης ευνοεί τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση.
Σημαίνουν όλα τα παραπάνω ότι η ΝΔ έχει κάποιο εκλογικό θρίαμβο στο τσεπάκι της; Ασφαλώς όχι. Και ο πρώτος που το λέει αυτό, εξάλλου, είναι ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης. Σε ένα εκλογικό σώμα του οποίου οι διαιρετικές τομές δεν έχουν ακόμα αποκρυσταλλωθεί και που τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη αστάθεια, οφείλουν όλοι να είναι συγκρατημένοι.
Το τελικά ποσοστά κάθε κόμματος θα διαμορφωθούν από τα διλήμματα της τελευταίας στιγμής, από την «τακτική ψήφο» στην τελική ευθεία των εκλογών, τις καμπάνιες τους και φυσικά τους όρους υπό τους οποίους αυτές θα διεξαχθούν. Και αυτά ουδείς μπορεί σήμερα να τα προβλέψει με βεβαιότητα.
Αυτό που μπορούμε, όμως, να σχολιάσουμε είναι τα υφιστάμενα δεδομένα. Και αυτά δείχνουν ότι οι θεωρίες περί «χαμηλού ταβανιού» της ΝΔ, αποτελούν περισσότερο προσωπικές εκτιμήσεις ή/και ευσεβείς πόθους, στο πλαίσιο μιας μάχης εντυπώσεων και ψυχολογίας. Τα ευρήματα δείχνουν το ακριβώς αντίθετο.
Του Ευτύχη Βαρδουλάκη*
* Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος πολιτικής στρατηγικής και επικοινωνίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: