Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Όταν δεν... βγαίνει η οικονομία, θυμούνται όλα τα υπόλοιπα

Φωτογραφία της Fragiska Theologou Vlahoutsakou.
Η όψιμη ευαισθησία που επιδεικνύει η κυβέρνηση στα εθνικά ζητήματα – με τη διατήρηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του ονοματολογικού της ΠΓΔΜ στην επικαιρότητα – καθώς και οι τεχνητές, και μη, εντάσεις σε θέματα Παιδείας και Δικαιοσύνης, είναι προφανές ότι οφείλονται εκτός από τους λανθασμένους χειρισμούς και την ανικανότητα και στην έλλειψη ισχυρού αφηγήματος. 
Διότι το αφήγημα της οικονομικής ανάκαμψης και της «καθαρής» εξόδου από το μνημόνιο έχει καταρρεύσει προ πολλού κάτι που μέσα στους επόμενους μήνες θα γίνει ορατό ακόμη και για αυτούς που δεν θέλουν να δουν.
Είναι αλήθεια ότι...

η Κομισιόν θα ήθελε να «τιμήσει» τον Αλέξη Τσίπρα και να του δώσει το παράσημο της «καθαρής» εξόδου, σε αντάλλαγμα της... καλής διαγωγής του. Όμως, η πραγματικότητα είναι χειρότερη και από την πιο ακραία ψευδαίσθηση και αυταπάτη των κυβερνητικών στελεχών:
Αν δεν υπάρχει κάποιο είδος οικονομικής στήριξης και σκληρής εποπτείας μετά τον Αύγουστο, η ΕΚΤ θα βγάλει από την πρίζα τις τράπεζες και η Ελλάδα θα βρεθεί προ κατάρρευσης πριν τολμήσει να βγει στις αγορές.
Αν η κυβέρνηση μπορούσε να παρουσιάσει πρόοδο στην οικονομία ικανή να εντυπωσιάσει και να ενισχύσει τόσο το προφίλ της όσο και την αυταπάτη της εξόδου από τα μνημόνια, είναι δεδομένο ότι όλη της η προσοχή θα ήταν στραμμένη εκεί. 
Όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. 
Η πρόβλεψη για ανάπτυξη από 2,7% έγινε μετά βίας 1,5%, τα «κόκκινα» δάνεια δεν μειώνονται και οι καταθέσεις δεν επιστρέφουν με ικανοποιητικούς ρυθμούς. 
Οι τράπεζες δεν δανείζουν και οι φορολογούμενοι δεν πληρώνουν τους ήδη δυσβάσταχτους φόρους. 
Οι νέοι βρίσκουν λιγοστές δουλειές και αυτές με 400 ευρώ, οι ελεύθεροι επαγγελματίες δέχονται κανονικό πόλεμο και οι επιχειρήσεις έχουν για συνέταιρο ένα αιμοδιψές κράτος. 
Τι κάνει για όλα αυτά η κυβέρνηση; Βάζει περισσότερους φόρους και εισφορές το 2018, σαν να θέλει να εξαντλήσει κάθε κοινωνική αντοχή.
Σε αυτή την... παραζάλη, υπουργοί της κυβέρνησης τα βάζουν με δικαστές και πρυτάνεις, το σίριαλ των Τούρκων που ζητούν άσυλο στην Ελλάδα κερδίζει επεισόδια και το Σκοπιανό συντηρείται άσχετα με το αν υπάρχει κάποια ουσιαστική εξέλιξη.
Μόνο όσοι επιμένουν να «βαφτίζουν» ανάκαμψη μία ανάπτυξη που για το 2017 εκτιμάται μεταξύ 1%-1,5%, βλέπουν θετικά μηνύματα για την ελληνική οικονομία. 
Ποιος μπορεί να μιλάει για πραγματική ανάπτυξη όταν η χώρα που πέρασε τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση στην ιστορία εν καιρώ ειρήνης και σωρευτική ύφεση 27%, δεν μπορεί να αντιδράσει; 
Ακόμη και αν βλέπαμε ρυθμούς ανάπτυξης 5% ή 6% θα λέγαμε ότι οφείλονται στο φαινόμενο του ελατηρίου και θα περιμέναμε να δούμε μία συνέχεια. Δεν τους βλέπουμε όμως. Σήμερα, η οικονομία σέρνεται και θα σέρνεται για πολλά χρόνια ακόμη αν δεν αλλάξει μυαλά η κυβέρνηση, ή αν δεν αλλάξει κυβέρνηση.
Εκτός από τους δανειστές, οι οποίοι αποδεικνύονται πλέον οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές του κ. Τσίπρα, δεν υπάρχει κανείς που να θεωρεί εφικτή την «καθαρή» έξοδο. Κανείς. Και όταν λέμε «καθαρή» έξοδο, εννοούμε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα δανείζεται εξολοκλήρου από τις αγορές για να καλύπτει τις ανάγκες της. Εννοούμε ότι θα μπορεί να εφαρμόσει οποιαδήποτε πολιτική επιθυμεί.
Η πραγματικότητα για τη μεταμνημονιακή εποχή συνοψίζεται στην έκθεση της HSBC που είδε χθες το φως της δημοσιότητας. Είτε θα υπάρξει μία γενναία ελάφρυνση του χρέους, κάτι το οποίο θεωρείται απίθανο, είτε μία προληπτική γραμμή στήριξης, είτε ένα σχήμα βάσει του οποίου τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα ενεργοποιούνται όσο εφαρμόζονται οι μεταρρυθμίσεις. 
Τις δύο τελευταίες επιλογές δεν τις θέλει η κυβέρνηση όμως γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν έχει άλλη επιλογή. 
Με λίγα λόγια, η Ελλάδα ενώ διαθέτει το δεύτερο υψηλότερο (ως ποσοστό του ΑΕΠ) χρέος στον κόσμο απολαμβάνει κόστος χρηματοδότησης περίπου ίδιο με της Γερμανίας. 
Αυτό σημαίνει ότι αν χάσουμε τα χαμηλά επιτόκια των δανείων της Ευρωζώνης θα πρέπει να τα αντικαταστήσουμε από τις αγορές, κάτι που μοιάζει αδιανόητο υπό τις παρούσες συνθήκες.

Για να μας δανείσουν οι αγορές θέλουν αποδείξεις ότι οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις θα εφαρμοστούν, άρα θα λειτουργούμε σε... περιβάλλον μνημονίου, ακόμη και χωρίς μνημόνιο. Θα πρέπει, δηλαδή, ο Αλέξης Τσίπρας να εφαρμόζει τις πολιτικές του μνημονίου τις οποίες σήμερα παρουσιάζει ως αναγκαίο κακό και οι μισοί κυβερνητικοί βουλευτές κάνουν αντιπολίτευση, ψηφίζοντας τα μέτρα μόνο και μόνο για να μην χάσουν την εξουσία.
Πέρα απ' όλα αυτά, ο ρόλος των τραπεζών είναι πολύ σημαντικός. Από τη στιγμή που οι καταθέσεις δεν επιστρέφουν οι τράπεζες αναγκάζονται, για να εξασφαλίσουν την απαραίτητη ρευστότητα και να παραμείνουν εν ζωή, να δανειστούν από την ΕΚΤ.
Σήμερα ισχύει το waiver, η εξαίρεση δηλαδή, βάσει της οποίας η ΕΚΤ δέχεται τους ελληνικούς τίτλους ως ενέχυρα στις πράξεις αναχρηματοδότησης. Το waiver χρειάζεται διότι η Ελλάδα αξιολογείται ακόμη σε «junk» και απέχει πολύ από την «επενδυτική βαθμίδα» που ζητάει η ΕΚΤ για να δεχτεί ενέχυρα. Και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει την επόμενη διετία. 
Όσο η χώρα μας παραμένει σε πρόγραμμα, τόσο η ΕΚΤ παρέχει αυτή την διευκόλυνση. Όταν, όμως, βγούμε από το μνημόνιο η ΕΚΤ έχει κάθε δικαίωμα να πάρει πίσω το waiver και να προκαλέσει μία νέα τραπεζική κρίση με ότι αυτό συνεπάγεται...


Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Δεν υπάρχουν σχόλια: