Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Τι έκαναν οι αρχαίοι Αθηναίοι τον Δεκαπενταύγουστο;


«Ακόμα [στην Αθήνα] βλέπει κανείς αγώνες όχι μόνον ταχύτητας και δύναμης αλλά και ευφράδειας και σοφίας και όλων των άλλων τεχνών. Και για όλ’ αυτά δίνονται πολύ σπουδαία βραβεία»
Ισοκράτης




Της Αγγελικής Κώττη
Ο αρχαίος ρήτορας μιλά για αγώνες που έμειναν ονομαστοί και ο θρύλος τους έφτασε μέχρι τις μέρες μας. Πρόκειται για τους Παναθηναϊκούς Αγώνες, η Παναθήναια, που ξεκινούσαν ανήμερα του γενεθλίου της θεάς Αθηνάς (περί τον 15αύγουστο) και διεξάγονταν προς τιμήν της. 
«Τα Παναθήναια ήταν η πιο λαμπρή γιορτή της Αθήνας και η μεγαλύτερη από τις μη πανελλήνιες, τις ‘τοπικές’ λεγόμενες γιορτές» σημειώνει ο  καθηγητής αρχαιολογίας Πάνος Βαλαβάνης στο έργο του «Ιερά και Αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα» (εκδόσεις Καπόν). «Ήταν τόσο σημαντική όσο και το μέγεθος της πόλης που την οργάνωνε και σε ορισμένες περιόδους, όπως στον 5ο αιώνα, ήταν ισάξια ή ακόμα και ξεπερνούσε σε λάμψη μερικές από τις πανελλήνιες».
«Τα Παναθήναια δεν είχαν μόνο θρησκευτικό χαρακτήρα αλλά και εθνικό, αφού με τη συμμετοχή ολόκληρου του αθηναϊκού λαού, των επίσημων προσκεκλημένων της πόλης, αξιωματούχων και πρέσβεων, καθώς και αθλητών από ολόκληρο τον Ελληνικό κόσμο υπογραμμιζόταν η υπεροχή της Αθήνας στα πολιτικά και πνευματικά πράγματα της εποχής» τονίζει ο συγγραφέας. «Η γιορτή είχε επίσης ένα χαρακτήρα λαϊκού πανηγυριού, αφού ήταν μία από τις μεγάλες ευκαιρίες που είχαν οι αρχαίοι να ψυχαγωγηθούν, ακούγοντας μουσική και τραγούδια, βλέποντας θέατρο και παρακολουθώντας σπουδαίους αθλητικούς αγώνες.»

Σύμφωνα με την παράδοση ιδρυτής της γιορτής ήταν ο Εριχθόνιος. Αρχικά η γιορτή λεγόταν Αθήναια, όταν όμως ο Θησέας ένωσε όλους τους συνοικισμούς της Αττικής κι έφτιαξε την Αθήνα μια μεγάλη πόλη-κράτος, ονομάστηκε Παναθήναια. Η παλιά γιορτή άλλαξε επί Πεισιστράτου, ο οποίος κατανόησε «την πολιτική σημασία που είχαν οι μεγάλοι αγώνες στη διεθνή σκηνή και το ρόλο τους ως βασικού μοχλού στις επιδιώξεις των Αθηναίων να αναδειχθούν σε μεγάλη δύναμη».

Μεγάλα και Μικρά Παναθήναια

Τα Παναθήναια διακρίνονταν σε Μεγάλα και σε Μικρά. Τα Μεγάλα Παναθήναια γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια, «προφανώς κατ’ αναλογίαν προς τα Ολύμπια, με τα οποία οι Αθηναίοι προσπαθούσαν παντοιοτρόπως να δημιουργήσουν συσχετισμό» σχολιάζει ο Πάνος Βαλαβάνης. «Διεξάγονταν το τρίτο  έτος κάθε Ολυμπιάδος, στο τέλος του μηνός Εκατομβαιώνος, δηλαδή στα μέσα Αυγούστου, αντίστοιχη εποχή με τα Ολύμπια. Η διάρκειά τους εποίκιλλε κατά την πορεία της εξέλιξής τους, αλλά υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι κατά τους Κλασικούς χρόνους μπορεί να έφτανε και τις οκτώ ημέρες. Η τόσο μεγάλη διάρκεια οφείλεται στον πλούτο και στην ποικιλία των εκδηλώσεων, δεδομένου ότι οι Αθηναίοι φρόντισαν, παράλληλα με την εισαγωγή των ολυμπιακών αγωνισμάτων, να διατηρήσουν και πολλά από τα πατρογονικά αγωνίσματα και τις εκδηλώσεις της παλαιάς γιορτής τους.» Τα Μικρά γίνονταν κάθε χρόνο, ανάμεσα σε δύο διοργανώσεις των Μεγάλων.

Κατά τη διάρκεια των Μεγάλων Παναθηναίων γίνονταν θυσίες, αγώνες διαφόρων ειδών, πανηγυρίες και αρματοδρομίες. Οι εορτασμοί ξεκινούσαν την 28η Εκατομβαιώνος, ημέρα του γενεθλίου της θεάς Αθηνάς με  την πομπή του ιερού πέπλου, που ήταν κίτρινος και είχε κεντημένη γιγαντομαχία. Αργότερα στον πέπλο κεντούσαν και μορφές λιονταριών. Η ετοιμασία του ιερού άρχιζε πολύ πριν από τη γιορτή. Κορίτσια από ευγενείς οικογένειες, οι "αρρηφόροι" και οι "εργαστίνες", με αρχηγό την ιέρεια της Πολιάδος Αθηνάς και με την εποπτεία των αθλοθετών, ύφαιναν και κεντούσαν τον ιερό πέπλο.
Κατά τα μεταγενέστερα χρόνια, πιθανότατα μετά τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο πέπλος μεταφερόταν επάνω σε άρμα, που είχε τη μορφή πλοίου και κινούνταν με μηχανήματα (θυμίζουμε και το ιερό πλοίο της Αθήνας, την Πάραλο). Πίσω από τον ιερό πέπλο, πήγαιναν οι εννέα άρχοντες, οι πρυτάνεις, οι στρατηγοί και άλλοι επίσημοι. Ακολουθούσαν οι πομπείς, αυτοί που οδηγούσαν ζώα για τη θυσία, οι κανηφόροι (κορίτσια που έφεραν κάνιστρα, με τα αναγκαία για τη θυσία), οι εργαστίνες, οι αθλοθέτες, οι σκαφηφόροι (άνδρες μέτοικοι, που κρατούσαν σκάφες με αντικείμενα χρήσιμα για τη θυσία) και τέλος οι υδριαφόροι (κορίτσια με υδρίες) και θαλλοφόροι (γέροντες που κρατούσαν κλαδιά από ελιά).

Η πομπή ήταν μεγαλοπρεπής,  ξεκινούσε από τον Κεραμεικό, πήγαινε στο ναό της Δήμητρας, περνούσε από το Πελασγικό Τείχος, διευθυνόταν στο ναό του Απόλλωνα στην Πνύκα και έφτανε, τέλος, στην Ακρόπολη. Εκεί πρόσφεραν τον καινούριο πέπλο στο ξόανο της θεάς Αθηνάς στο Ερέχθειο με εξαιρετική επισημότητα. Στη ζωφόρο του Παρθενώνα σώζεται η παράστασή της όπως τη συνέλαβε ο Φειδίας.
Η τελετή τέλειωνε με την εκατόμβη, τη θυσία εκατό βοδιών, στον μεγάλο βωμό της θεάς στον Ιερό Βράχο. Τη φωτιά άναβε ο νικητής της λαμπαδηδρομίας που διεξαγόταν το προηγούμενο βράδυ. Το κρέας μοιραζόταν στους επίσημους, όπως και στον κόσμο που έτρωγε και γλεντούσε.

Αθλητικοί και άλλοι αγώνες

Οι γυμνικοί αγώνες γίνονταν στους Εχελίδες του Πειραιά ή στο Παναθηναϊκό στάδιο. Στους αγώνες αυτούς λάμβαναν μέρος Έλληνες από όλα τα μέρη της Ελλάδας. Διακρίνονταν σε αγώνες ανδρών και "παίδων". Κατά τον 4ο αι.π.Χ. προστέθηκαν και αγώνες "αγενείων". Στους νικητές δινόταν στεφάνι από ελιά και παναθηναϊκός αμφορέας γεμάτος λάδι από τις ιερές ελιές (Μορίες) της Αθήνας. Κάθε αμφορέας έφερε από τη μία πλευρά παράσταση της Αθηνάς, ανάμεσα σε δύο κίονες και την επιγραφή "των Αθήνηθεν άθλων" και από την άλλη πλευρά παράσταση αγώνα και το όνομα του επωνύμου άρχοντα.
Η γιορτή περιελάµβανε επίσης και τον χορό «Πυρρίχη», ο οποίος ήταν χορός µε όπλα, σε ανάµνηση του ότι η πάνοπλος Θεά Αθηνά χόρεψε µετά τη νίκη της εναντίον των γιγάντων.
Ο χορός εκτελείτο και από τις τρεις κατηγορίες αθλητών (παιδιά, έφηβοι και άνδρες). Ο νικητής χορός έπαιρνε ως έπαθλο ένα βόδι.

Οι χορευτές του κάθε χορού ήταν 24, ανά 12 σε δύο ηµισφαίρια, γυµνοί, µόνο µε περικεφαλαία και ασπίδα.

Εκτός από τους γυμνικούς γίνονταν και αγώνες ευανδρίας, στους οποίους μπορούσαν να μετάσχουν  γέροντες και νέοι από κάθε φυλή. Οι αγώνες αυτοί δεν ήταν ατομικοί. Η φυλή που νικούσε έπαιρνε για βραβείο ασπίδα ή βόδι αξίας 100 δραχμών. Τέλος από την εποχή του Περικλή, καθιερώθηκαν και μουσικοί αγώνες που γίνονταν στο Ωδείο. Σ' αυτούς απήγγειλαν ποιήματα και ρητορικούς λόγους και το έπαθλο ήταν χρηματικό.  
 Τα Παναθήναια τελείωναν με παιχνίδια. Γινόταν πρώτα λαμπαδηδρομία κατά την οποία οι αγωνιστές με αναμμένες λαμπάδες έπρεπε να φθάσουν στην πόλη από το βωμό του Προμηθέα στην Ακαδημία. Ακολουθούσαν χοροί, άσματα και φαγοπότι. 
Ο Πάνος Βαλαβάνης στο βιβλίο αυτό, που πρόσφατα κυκλοφόρησε σε δεύτερη, συμπληρωμένη έκδοση, αναφέρεται και σε άλλους φημισμένους αγώνες της αρχαιότητας, που γίνονταν στην Ολυμπία, τους Δελφούς, την Ισθμία και τη Νεμέα. Με θαυμαστό τρόπο, εισάγει τον αναγνώστη του στη μαγεία των τόπων και των αγώνων, και τον μυεί, όπως μυούνταν οι αρχαίοι προσκυνητές στα θαύματα.
Για τους αρχαίους Έλληνες το ξεκίνημα της ιστορίας τους έφθανε σε χρόνους μυθικούς και ήταν συνδεδεμένη με τους ίδιους τους θεούς και τους ήρωες. Τα ιερά τους, όπως ήταν φυσικό, δεν ήταν μόνον τόποι λατρείας, αλλά και χώροι άρρηκτα δεμένοι με την ιστορία τους, όπου τελούνταν γιορτές και αγώνες προς τιμήν των θεών και κάτω από την προστασία τους. Οι αγώνες είχαν χαρακτήρα ιερό αλλά και παιδευτικό συνάμα. Αποσκοπούσαν στην καλλιέργεια ενός ακέραιου ανθρώπου, που συνταιριάζει αρμονικά το πνεύμα με το σώμα του. Γι' αυτό άλλωστε σ' όλα τα πανελλήνια ιερά υπήρχε πάντα Στάδιο και Θέατρο, όπου τελούνταν οι αθλητικοί και οι μουσικοί αγώνες αντίστοιχα.

Η σχέση των Ιερών

Το βιβλίο «Ιερά και Αγώνες στην αρχαία Ελλάδα» προσπαθεί να αναδείξει αυτή την καθοριστική σχέση ανάμεσα στους αγώνες, τους θεούς, τους ήρωες και τα ιερά τους. Μέσα από τις σελίδες της νέας αυτής έκδοσης παρουσιάζονται τέσσερις πανελλήνιες γιορτές -Ολύμπια, Πύθια, Νέμεα και Ίσθμια- και μια μεγάλη τοπική γιορτή -τα Παναθήναια-, καθώς και τα ιερά όπου διεξάγονταν οι αγώνες αντίστοιχα στην Ολυμπία, στους Δελφούς, στη Νεμέα, στα Ίσθμια και στην Αθήνα.
Τα κτίσματα και γενικότερα η τοπογραφία των αρχαίων ιερών, τα κατορθώματα των θεών και των ηρώων, οι πανάρχαιοι μύθοι αλλά και η ιστορία των αγώνων αναπτύσσονται με κείμενα εύληπτα και επιστημονικά τεκμηριωμένα. Απόψεις χώρων, τοπογραφικά σχέδια, πολυποίκιλα ευρήματα των ανασκαφών -γλυπτά και αγγεία, έργα της μεταλλοτεχνίας, νομίσματα και επιγραφές - εικονογραφούν τα κείμενα και αναδεικνύουν τόσο τα ιερά όσο και τους αγώνες και τους πανάρχαιους μύθους.
Το βιβλίο Ιερά και αγώνες στην αρχαία Ελλάδα τιμά τους αθλητές, τους αγώνες, τα ιερά, τις πόλεις και, κυρίως, το αρχαίο ελληνικό πνεύμα που τους ενέπνεε για περισσότερα από 1.500 χρόνια — από τις πρώιμες αθλητικές αναφορές στην Ιλιάδα του Ομήρου και στις άλλες φιλολογικές πηγές, και από την Κλασική μέχρι την Ελληνιστική και τη Ρωμαϊκή εποχή, αλλά και την Ύστερη Αρχαιότητα, όπως σημειώνει το περιοδικό «Αρχαιολογία και Τέχνη» (http://www.archaiologia.gr/blog/2017/07/04/90113/). Το γεγονός ότι οι αθλητές αγωνίζονται μέχρι σήμερα, κάθε τέσσερα χρόνια, σε αγώνες όπως το πένταθλον, ο δίσκος, το ακόντιο, η πυγμαχία, το άλμα, η πάλη και ο δρόμος, ακριβώς όπως οι αρχαίοι πρόγονοί τους αιώνες πριν, είναι μία παρακαταθήκη που επιβεβαιώνει ότι η άμιλλα, η νίκη και η ήττα θα συνεχίσουν να συνυπάρχουν για πολλά ακόμα χρόνια.


Δεν υπάρχουν σχόλια: