Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Παράλληλες ιστορίες νεαρών Ελλήνων…

Ο Γιαννάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Παιδί μιας μικροαστικής οικογένειας, με μπαμπά μαγαζάτορα, και μαμά νοικοκυρά.
Επειδή από μικρός τα έπαιρνε τα γράμματα, και επειδή ο μπαμπάς του ταλαιπωρήθηκε χρόνια ολάκερα στην αγορά, του εμφύσησαν από μικρό την ιδέα ότι θα πρέπει να διαβάζει, να είναι καλός μαθητής, να πάει στο πανεπιστήμιο, να γίνει επιστήμονας, και να βρει μια καλή δουλειά. Να μη γίνει δηλαδή αλήτης, μάγκας, και...

όλα αυτά που οδηγούν σε αξεπέραστα αδιέξοδα τους νέους ανθρώπους… όταν μεγαλώσουν.
Και έτσι έγινε. Ο Γιαννάκης ήταν επιμελής μαθητής, δεν έκανε κακές παρέες, δεν παρασύρονταν από τους πιο περπατημένους φίλους και συμμαθητές, και αντί για φλιπεράκια, και ηλεκτρονικά παιχνίδια, μάθαινε αγγλικά, Η/Υ, αθλούνταν, και μάλιστα έμαθε και καλό τζούντο, αποκτώντας μαύρη ζώνη στα 17 του...

Στα 18 του πέρασε στο πολυτεχνείο, το οποίο τελείωσε στην ώρα του, και στη συνέχεια πήγε στο εξωτερικό (με υποτροφία παρακαλώ), απ’ όπου μπόρεσε να επιστρέψει μετά από μερικά χρόνια με μάστερ και διδακτορικό. Και επειδή του άρεσε και η πολιτική ιστορία, κατάφερε με εξετάσεις και μπήκε και στην Πάντειο, απ όπου αποφοίτησε σε τρία μόλις χρόνια, ενώ παράλληλα υπηρέτησε στον στρατό ως δόκιμος αξιωματικός.
Στα τριάντα και κάτι του δηλαδή ο Γιαννάκης, είχε ήδη τέσσερα πτυχία, ήξερε καλά αγγλικά, ήταν τζουντόκα, είχε τελειώσει με τον στρατό, και ήταν και καλό παιδί. 
Το μόνο που του απέμενε τώρα ήταν να βρει και μια καλή δουλειά.

Έλα όμως που έκατσε η κρίση, και όλα άλλαξαν. Που να βρει δουλειά σαν πολιτικός μηχανικός, από την στιγμή που ο πακτωλός δανεικού χρήματος στέρεψε, οι κατασκευές πάγωσαν, και οι περισσότερες επιχειρήσεις του κλάδου έκλεισαν; Μόνη του λύση το δημόσιο, γι αυτό και ο Γιαννάκης έστρωσε ξανά τον κώλο του κάτω, άρχισε και πάλι το εντατικό διάβασμα, προκειμένου να συμμετάσχει σε εξετάσεις του ΑΣΕΠ, μπας και μπει κι αυτός πουθενά… Οι προκηρύξεις όμως ελάχιστες έως καθόλου, και έτσι ο Γιάννης, μέχρι να βρει κάτι ανάλογο με τις σπουδές του, ασχολείται με το ντελίβερι… κι αν δεν του κάτσει καμιά καλή  δουλειά, τότε σκέφτεται στα σοβαρά να φύγει κι αυτός στο εξωτερικό, όπως έκαναν ήδη αρκετοί φίλοι του.

Την ίδια εποχή με τον Γιάννη, μεγάλωνε και ο συνομήλικός του, ο Θανάσης. Παιδί που δεν τα έπαιρνε τα γράμματα, αλλά  καλομαθημένο από μικρό, απείθαρχο, και πάνω απ όλα ανοιχτό μυαλό, όπως έλεγαν περήφανα οι πολιτικοποιημένοι δημοκράτες γονείς του, ο Μπάμπης μεγαλοσυνδικαλιστής της ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ, και η Σούλα, δημόσιος υπάλληλος στο πρωτόκολλο του Υ.ΜΑ.ΘΡΑ.
Ο Θανάσης τελείωσε με το ζόρι το  σχολείο, και στη συνέχεια μπόρεσε και πέρασε σε ΤΕΙ στο Μεσολόγγι, όπου έκατσε (πηγαινοέρχονταν δηλαδή με την κούρσα που του πήρε ο περήφανος μπαμπάς) πέντε χρονάκια, γλεντώντας με τα άφθονα λεφτά που επίσης του έστελνε ο μπαμπάς, αλλά δυστυχώς δεν κατάφερε να τελειώσει τη σχολή του. Κατάφερε όμως να συλληφθεί δυο φορές, την μια για χουλιγκανισμό στο γήπεδο (φανατικός παοκτσής) και την άλλη όταν τον πιάσανε να πουλάει μπάφους πάλι στο γήπεδο (απ έξω όμως). Και τις δυο φορές την γλίτωσε χωρίς τιμωρία, αφού με τα κονέ που είχε ο μπαμπάς στο κυβερνών κόμμα (και όχι μόνο), άπαντες του βαρούσαν προσοχές. Χώρια που άμα ήθελε κατέβαζε και τους διακόπτες, και άντε μετά τρέχα εσύ να βρεις το δίκιο σου.
Σε κάποια φάση έπεισε τον μπαμπά ότι θέλει και μπορεί, και κείνος τον έστειλε να σπουδάσει «κομπιουτεράς» στην Αγγλία. Δυο χρόνια μετά, και με άλλες τόσες «εμπειρίες» στην πλάτη του, ο Θανάσης γύρισε πίσω άπραγος μεν, αλλά με αέρα κοσμοπολίτη δε.
Φαντάρος πήγε και ο Θανάσης, μόνο που την θητεία του την έκανε με δόσεις, αφού κάθε τρεις και λίγο, έπαιρνε αναβολή λόγω ψυχολογικών προβλημάτων, καθώς δεν άντεχε ούτε την ταλαιπωρία να τρέχει κάθε πρωί από την Εγνατία όπου έμενε, στον Εύοσμο, όπου ήταν το στρατόπεδο που «υπηρετούσε». Χώρια το άνοστο φαγητό που τους έδιναν εκεί μέσα. Χώρια οι βλάχοι οι αξιωματικοί, που τον έβαζαν να … κόβει ξύλα και να κάνει σκοπιές! Ποιον; Τον γιο του Μπάμπη… που σπούδασε έξω! Δεν πάμε καλά...
Τελικά, και με λίγο σπρώξιμο απ τα κονέ του μπαμπά, μπόρεσε και πήρε το πολυπόθητο απολυτήριο από τον στρατό στα 29 του, και άρα θεωρητικά (με καθαρό ποινικό μητρώο) ήταν πια έτοιμος να μπει κι αυτός στην παραγωγική διαδικασία, στο δημόσιο δηλαδή, και να συμβάλλει (όπως και οι γονείς του) στην αναπτυξιακή προκοπή του τόπου.
Έλα όμως που και αυτός ήταν τελικά άτυχος, και του έκατσε η ρημάδα η κρίση, που τα άλλαξε όλα άρδην. Το κόμμα στο οποίο μεγαλουργούσε επί δεκαετίες ο μπαμπάς κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος, και άρα δεν θα μπορούσε πλέον με ένα τηλεφώνημα να τον βολέψει σε καμιά θέση, και τώρα η μόνη διέξοδος ήταν να βρουν αλλού (ως οικογένεια) πολιτική στέγη. Ευτυχώς η Σούλα είχε διασυνδέσεις από μικρή με κάποιους «άπλυτους», όπως τους έλεγε παλιά, συμμαθητές της, οι οποίοι είχαν ακολουθήσει την καρδιά τους, ήταν δηλαδή ακόμη πούροι αριστεροί, δηλαδή με τα εξοχικά τους, τις τζιπάρες τους κλπ και πάνω απ όλα έλυναν και έδεναν στο νέο πουλέν, τον Σύριζα.
Γι αυτό και οι γονείς του Θανάση, έκαναν πέτρα την καρδιά, και πρόλαβαν από τους πρώτους να δηλώσουν κι αυτοί (όψιμοι) κομμουνιστές, και να πίνουν νερό στο όνομα του νέου σωτήρα της Ελλάδας, του Αλέξη, που όπως όλα έδειχναν θα ήταν ο νέος Ανδρέας, και το κόμμα του το νέο ΠΑΣΟΚ, η νέα κυρίαρχη δύναμη στην χώρα. Μάλιστα η πολιτικά περπατημένη Σούλα, χρόνια στο κομματικό και συνδικαλιστικό κουρμπέτι,  έκανε (στα γεράματα) και αφισοκολλήσεις για την παλιά συμμαθήτριά της, την Γαϊτάνη, που στα χρόνια του Πασόκ παγώνι την ανέβαζε, χαρχάλω την κατέβαζε. «Για το μέλλον του Θανασάκη μου» έλεγε, «και με τον Πάντζα θα κοιμόμουν»…
Έφεξε δηλαδή και για τον Θανασάκη, που αν και φύσει απολιτίκ, αν και αδιάφορος για τους πολιτικούς, τους «οποίους θα πρέπει να κρεμάσουμε στον Λευκό Πύργο» όπως  έλεγε στις παρέες του, αναγκάστηκε να συμμετάσχει κι αυτός στον οικογενειακό αγώνα για την δημοκρατία, παρά το γεγονός ότι η καρδιά του πιο πολύ προς την Χρυσή Αυγή έγερνε παρά στους συριζαίους «μπολσεβίκους που δεν πλένονται»... «Έχουν όμως καλύτερο μπάφο», δικαιολογούνταν στα φιλαράκια του στον σύνδεσμο του ΠΑΟΚ όπου σύχναζε τα απογεύματα.
Μάλιστα, σε κάποια φάση, σε ένα πάρτι της φοιτητικής νεολαίας του Σύριζα, όπου πήγε μαζί με την Θύρα, μπας και βρει τσάμπα πράμα, γνώρισε και μια παθιασμένη αΧτιβίστρια του κόμματος, με την οποία έκανε δεσμό. Ακούγανε δηλαδή παρέα τον Παντελίδη, βλέπανε αγκαλιασμένοι αμερικάνικες κωμωδίες και τον Λαζόπουλο, πίνανε μπύρες, και κάνανε μπάφους, ενώ που και που συμμετείχαν και σε πορείες, διαδηλώσεις, και άλλα τέτοια επαναστατικά, εναντίον της ξενοκίνητης χούντας των σαμαροβενιζέλων που μας έπινε το αίμα αφού… Μάλιστα η δικιά του, ως οργανωμένη,  ήταν πιο περπατημένη, αφού τον Δεκέμβρη του 2008 είχε ρίξει και μερικές μολότοφ προς την Βουλή, ενώ λίγο αργότερα  ήταν και στενή συνεργάτιδα της Κατάντιας Βαλαβάνη στο κίνημα ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ.



Με αυτά και με αυτά ο Θανάσης πολιτικοποιούνταν όλο και περισσότερο μέρα με την μέρα, και δεν θα αργούσε η εποχή που θα έδειχνε στον κόσμο την πραγματική αξία του.
Και ήρθε τελικά η μεγάλη εκείνη ημέρα που ο Σύριζας, με τον Αλέξη στο τιμόνι, γκρέμισε επιτέλους την φαυλοκρατία, και η Ελλάδα ανάσανε… απελευθερώθηκε!
Βέβαια, για τον Θανασάκη αυτό δεν σήμαινε και τίποτα, αλλά οι γονείς του ήταν περιχαρείς, αφού τώρα επιτέλους ίσως το βόλευαν το παιδί. Εσύ είσαι που το λες; Πάπαλα… στο δημόσιο ήταν πιο δύσκολο να μπει πια κανείς, απ ότι στον Λευκό Οίκο… και στον ιδιωτικό τομέα δεν λέει, αφού είναι για τα κορόιδα, όπως έλεγε ανέκαθεν ο Μπάμπης.
Μέχρι που έγινε το θαύμα, και η δικτυωμένη γκόμενα του Θανάση, που στο μεταξύ είχε διοριστεί σύμβουλος υπουργού (είχε τελειώσει τραπεζική), τον ενημέρωσε ότι άμα θέλει τον διορίζει κι αυτόν ως μετακλητό (προς το παρόν) επιστημονικό συνεργάτη στο υπουργείο. Ο Θανάσης στην αρχή αναρωτήθηκε πως μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, αφού δεν διαθέτει κανένα πτυχίο, και εξάλλου που να τρέχει στην Αθήνα τώρα… και να χάνει τις προπονήσεις και τους αγώνες του ΠΑΟΚ… μήπως μπορούσε, την ρώτησε, να τον κάνει πιλότο της πολεμικής αεροπορίας στο Σέδες, αφού πάντα του άρεσαν τα μαχητικά αεροσκάφη; Μόνο που δεν ήξερε καν αρκετά «εγγλέζικα», όπως τους είπαν κάποιοι φίλοι «πσαικαζμένοι», που ήταν σύμβουλοι  στο υπουργείο Άμυνας, με τον Θανάση να αναρωτιέται: «μα καλά… χρειάζονται αγγλικά για να ’σαι σταυραετός στους ουρανούς και να πολεμάς τον Τούρκο»; Γι αυτό αποφάσισε να αράξει προς το παρόν, και αν τυχόν μπορέσει αργότερα, να προσπαθήσει να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Διάβαζε μάλιστα εντατικά διάφορα ξένα (εγγλέζικα) περιοδικά για αεροπλάνα, και έβλεπε και ανάλογες ταινίες.
Όμως ο Μπάμπης αγρίεψε, πάτησε πόδι, του μίλησε αυστηρά, και έτσι ο Θανάσης έβαλε στην άκρη τις αντιρρήσεις του, και τελικά κατέβηκε στην πρωτεύουσα, όπου σήμερα, έναν χρόνο μετά την απελευθέρωση, μαζί με την αγαπημένη του,  όχι μόνο δεν το μετάνιωσε, αλλά λύνει και δένει στο υπουργείο, πληρώνεται καλά (σαν να ήταν διευθυντής του δημοσίου με 38 χρόνια υπΕρεσίας), και περνάει ζωή και κότα (έχει και σοφέρ, που τον πηγαινοφέρνει με το υπΕρεσιακό στις συσκέψεις, αλλά και στο γήπεδο).
Οι αγώνες της οικογένειας του, και του ίδιου, για την προκοπή του τόπου, επιτέλους δικαιώθηκαν. Το μόνο που χρειάζεται είναι να μην τον βαρεθεί το γκομενάκι και τον σουτάρει, και σε δεύτερο πλάνο να παραμείνει το κόμμα στην εξουσία, διότι η θέση καλή είναι αλλά  δεν είναι δα και μόνιμη… εκτός κι αν τελικά πετύχουν οι νέες προσπάθειες της γλυκιάς του, που κάνει ότι μπορεί για να τον μετατάξει σε προσωποπαγή μόνιμη οργανική θέση στην Περιφέρεια, όπου εκεί ξέρει την Δούρου, λέει. Μακάρι να τα καταφέρει, γιατί που να ξανατρέχει ο Θανάσης να βρει άλλη γκόμενα σε άλλο κόμμα, αν ποτέ πέσει ο Αλέξης…  χώρια που οι άλλοι αν έρθουν στα πράγματα, είναι κρυόκωλοι και όπως ακούγεται  θέλουν και πτυχία για να σε διορίσουν επιστημονικό συνεργάτη… τα κορόιδα…

Δεν υπάρχουν σχόλια: