Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2013

Η φορολογία ανύπαρκτης περιουσίας είναι ανήθικη

Το Σύνταγμα προβλέπει ότι κάθε πολίτης συνεισφέρει στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις του. 
Για να μπορεί να συμβεί αυτό στη φορολόγηση της περιουσίας πρέπει να υπάρχει συνάφεια των «αντικειμενικών» αξιών των ακινήτων (που είναι μια λύση κατ’ οικονομίαν, που εφαρμόστηκε πριν από τρεις περίπου δεκαετίες, λόγω της εκτεταμένης διαφθοράς στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό), με τις πραγματικές. 
Όταν οι «αντικειμενικές» αξίες κατά πολύ υπερβαίνουν τις πραγματικές αξίες των ακινήτων, όπως συμβαίνει σήμερα, τότε η βασική αυτή συνταγματική επιταγή ευθέως παραβιάζεται. Γιατί οι δυνάμεις του πολίτη σε σχέση με την περιουσία συνδέονται με την αξία της περιουσίας του, δηλαδή με την πραγματική αξία των ακινήτων του. Όταν η «αντικειμενική» αξία των ακινήτων του είναι πολύ μεγαλύτερη της πραγματικής τότε ο πολίτης πληρώνει φόρο πολύ υπεράνω των δυνάμεών του. 
Πρόκειται ουσιαστικά για φορολογία ανύπαρκτης περιουσίας. 
Φορολογία που δεν είναι μόνο ανήθικη, είναι και παράνομη...


Ο νόμος που θέσπισε τις «αντικειμενικές» αξίες προέβλεπε ότι αυτές θα πρέπει να αναθεωρούνται «το βραδύτερο κάθε δύο χρόνια». Σήμερα και ενώ προχωρεί αμείλικτα η φορολόγηση τόσο μέσω των ΦΑΠ, όσο και μέσω του νέου φόρου ακίνητης περιουσίας, που στηρίζονται και οι δύο στις «αντικειμενικές αξίες», οι αξίες αυτές –στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας- δεν έχουν προσαρμοστεί στις πραγματικές από το 2007. Στην πραγματικότητα σήμερα οι αξίες των ακινήτων έχουν καταρρεύσει στις περισσότερες περιοχές της χώρας. Υπάρχουν πράξεις –έχω προσωπική εμπειρία- που γίνονται στο ένα τρίτο και το ένα τέταρτο των «αντικειμενικών» αξιών. Αυτό σημαίνει ότι τα κόστη μεταβίβασης (φόρος, τέλη κ.λπ.), μπορεί να φτάσουν και να υπερβούν το 30% ή και 40% του ποσού που καταλήγει στον πωλητή. 

Πρόκειται στην ουσία για πραγματική δήμευση των ακινήτων, αν υπολογίσουμε ότι ταυτόχρονα προχωρά η υπερφορολόγηση των κλειστών, ημιτελών και ξενοίκιαστων ακινήτων, καθώς και των ανενεργών οικοπέδων. Περιουσίας δηλαδή που δεν παράγει κανένα εισόδημα αλλά έχει μόνο κόστος για τον φορολογούμενο. 

Θα πουν κάποιοι αναγνώστες (κυρίως όσοι δεν αποτελούν αντικείμενο αυτής της φορολογίας), ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση ανάγκης και σε περιόδους ανάγκης λαμβάνονται αναπόφευκτα και αναγκαστικά μέτρα. Το επιχείρημα αυτό το είχε -όταν πρωτομπήκε το χαράτσι- επικαλεστεί άλλωστε και ο κ. Βενιζέλος δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι το μέτρο αυτό είναι προσωρινό και στόχο έχει τη διατήρηση της αξίας των περιουσιών της μέσης τάξης, την ώρα που ο κ. Σαμαράς, αντιμνημονιακός τότε, τον κατακεραύνωνε. Τώρα με την μέση τάξη να συντρίβεται ο φόρος αυτός μονιμοποιείται στην πιο απεχθή του μορφή, αφού η ίδια η κυβέρνηση παραδέχεται ότι το ένα τέταρτο των φορολογουμένων δεν μπορούν και δεν πρόκειται να τον πληρώσουν. Παραβιάζοντας την βασική αρχή που θα έπρεπε να έχει η φορολογία σε κάθε ευνομούμενο κράτος. Ότι δηλαδή «φόροι που δεν μπορούν να πληρωθούν δεν επιτρέπεται να επιβληθούν».

Κάποιοι από την κυβέρνηση λένε κατ’ ιδίαν ότι όποιος δεν μπορεί να πληρώσει ας πουλήσει το ακίνητό του. Πως όμως να πωληθούν ακίνητα σε μια αγορά νεκρή, με εκατοντάδες χιλιάδες ξενοίκιαστα μαγαζιά, σπίτια και γραφεία στην οποία η προσφορά πάσης φύσεως ακινήτων κατά πολύ υπερβαίνει τη ζήτηση; Πώς να πωληθούν ακίνητα όταν τα ανενεργά αστικά οικόπεδα δεν θα είναι αξιοποιήσιμα για μια τουλάχιστον δεκαετία, αφού κανένα επιχειρηματικό σχέδιο που να αφορά οικοδόμηση νέων αστικών ακινήτων δεν είναι σήμερα βιώσιμο;

Προπαντός όμως γιατί να πωληθεί; 

Γιατί να εκποιήσει σε μαυραγορίτικες τιμές την πατρική του περιουσία ο φορολογούμενος της (τέως) μέσης τάξης; 
Για να συνεχίσει να εισπράττει η κυβέρνηση φόρους με τους οποίους θα κάνει 8.000 νέους διορισμούς το 2014; 
Για να χρηματοδοτήσει μέσω του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων 50.000 πεντάμηνα stage στους δήμους (μαζί και με λεφτά του ΕΣΠΑ), για τις προεκλογικές ανάγκες του 2014; 
Για να βγάλει πρόωρα στη σύνταξη μερικές ακόμα δεκάδες χιλιάδες υγιέστατους εργαζομένους στο δημόσιο και στις ΔΕΚΟ, από τα 50 και τα 55; 
Για να πληρωθούν τα 500 εκ. ευρώ εφάπαξ που έδωσε από την αρχή του χρόνου το δημόσιο σε ανθρώπους που ποτέ δεν είχαν πληρώσει ανάλογες ασφαλιστικές εισφορές; 
Για να συνεχίσει να μισθοδοτεί το κράτος επίορκους και κοπανατζήδες, γιατί ποτέ δεν αποφάσισε το πολιτικό σύστημα να κάνει πραγματική αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων; 
Για να συνεχίσουμε να πληρώνουμε ως φορολογούμενοι οργανισμούς και δομές στο κράτος που προ πολλού έπρεπε να έχουν κλείσει ή αποκρατικοποιηθεί;

Είναι αυτοί σοβαροί λόγοι για να ζουν εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, αυτόν τον φορολογικό εφιάλτη; Όχι Γι’ αυτό και η Δράση με πρωτοβουλία της συγκέντρωσε 42.000 πολίτες που επωνύμως (μέσω των κοινωνικών δικτύων), αντιδρούν κατά της εξοντωτικής φορολογίας των ακινήτων και με τη βοήθειά τους κατέθεσε την περασμένη Τρίτη αίτηση στο υπουργείο Οικονομικών για να προσαρμοστούν οι αντικειμενικές αξίες στις πραγματικές. Αν το υπουργείο αρνηθεί θα ακολουθήσει προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να εφαρμοστεί ο νόμος και το Σύνταγμα. 

Συμμετέχω και προσωπικά στην πρωτοβουλία αυτή και πιστεύω ότι έχει πιθανότητες επιτυχίας. 

Όμως η όποια λύση δοθεί στο συγκεκριμένο θέμα θα είναι μια προσωρινή ανακούφιση. 
Όσο το κράτος δεν μειώνει τις δαπάνες του, τα ακίνητα θα είναι πάντα η εύκολη λεία των κυβερνώντων. 
Η μόνιμη λύση είναι λιγότεροι φόροι και μικρότερο κράτος. 
Για να συμβεί όμως αυτό θα πρέπει πρώτα να αναδειχθούν πολιτικά δυνάμεις που γνήσια υποστηρίζουν αυτή την πολιτική.

Theodoros Skylakakis 

Άρθρο στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια: