Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Όλα τα κόμματα διεκδικούν την αποχή στις ευρωεκλογές!

Αν και είναι δύσκολο να προσεγγίσει κανείς με σχετική ακρίβεια την κομματική προέλευση όσων επέλεξαν να απέχουν, το γενικό συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η πλειονότητα των αναλυτών είναι ότι απώλειες υπήρξαν από όλες τις πολιτικές παρατάξεις, λαμβανομένων υπόψη και των μετακινήσεων που παρατηρήθηκαν από τις έρευνες.

Ειδικότερα σε απόλυτους αριθμούς:

Η ΝΔ που είχε 2.663.574 ψήφους στις ευρωεκλογές του 2004 και ανέβηκε στις 2.994.979 στις προ διετίας βουλευτικές εκλογές, αυτή τη φορά συγκέντρωσε 1.665.636 ψηφοδέλτια. Αν ληφθούν όμως υπόψη οι «διαρροές» ψήφων που είχε, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις εξόδου από την κάλπη, τόσο προς τον ΛΑΟΣ όσο προς το ΠαΣοΚ αλλά και τα μικρότερα κόμματα, δύσκολα μπορεί να υποστηριχθεί ότι οι- συνειδητά ή μη- απέχοντες προέρχονταν μόνον από τον δικό της χώρο.

Το ΠαΣοΚ εξάλλου φαίνεται ότι και εκείνο επλήγη από την αποχή αφού παρά τις εισροές πρώην «γαλάζιων» ψηφοφόρων οι 1.878.859 ψήφοι που έλαβε την Κυριακή υπολείπονται τόσο από τις 2.083.327 ψήφους που είχε πάρει στις προηγούμενες ευρωεκλογές όσο- πολύ περισσότερο - από τα 2.727.279 ψηφοδέλτια που συγκέντρωσε στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές.

Το ΚΚΕ περιλαμβάνεται επίσης στους πληγέντες από την αποχή, αφού συγκέντρωσε την Κυριακή 428.283 ψήφους όταν πριν από πέντε χρόνια στην ευρωκάλπη είχε λάβει 580.396 ψήφους και στην κάλπη των βουλευτικών εκλογών του 2007 συγκέντρωσε 583.750 ψηφοδέλτια.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είδε, ομοίως, τις ψήφους του να περιορίζονται στις 240.898, όταν πριν από πέντε χρόνια είχε λάβει 254.447, παρ΄ ότι κατήλθε τότε ως «Συνασπισμός», χωρίς δηλαδή τις υπόλοιπες συνιστώσες που προστέθηκαν στις βουλευτικές εκλογές του 2007, οπότε και ανέβασε τις ψήφους του σε 361.101 που ήταν κατά το 1/3 περισσότερες από τις τωρινές ευρωψήφους του.

Ο ΛΑΟΣ, αντιθέτως, ήταν το μόνο κόμμα το οποίο όχι μόνον δεν επηρεάστηκε από την υψηλή αποχή της ευρωαναμέτρησης, αλλά κατάφερε, εκτός από το «πλασάρισμα» στην τέταρτη θέση της κατάταξης και τη σημαντική άνοδο του ποσοστού του (στο 7,15% από το 4,12% του Ιουνίου του 2004), να συνεχιστεί η διαρκής αύξηση του απόλυτου αριθμού των ψηφοφόρων που ρίχνουν το ψηφοδέλτιό του στην κάλπη. Από 162.103 ψήφους που έλαβε στις εθνικές εκλογές του Μαρτίου 2004, μένοντας εκτός Βουλής, ανέβηκε στις 252.429 στις ευρωεκλογές που έγιναν τρεις μήνες αργότερα για να φθάσει στις βουλευτικές του 2007 στα 271.809 ψηφοδέλτια που την περασμένη Κυριακή έγιναν 366.615.

Οι Οικολόγοι Πράσινοι, τέλος, ανέβασαν εντυπωσιακά τον αριθμό των ψήφων τους και από 40.873 που έλαβαν στις προηγούμενες ευρωεκλογές, στις βουλευτικές του 2007 βρέθηκαν με 75.702 ψηφοδέλτια για να προτιμηθούν την περασμένη Κυριακή από 178.964 εκλογείς που τους έδωσαν την ευρωέδρα και τους δημιούργησαν προσδοκίες για είσοδο και στο εθνικό Κοινοβούλιο στην προσεχή αναμέτρηση των βουλευτικών εκλογών


Πηγή

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Aποψη: Ενα σωστό και δύο λάθος συμπεράσματα

Του Γιωργου Παγουλατου*

Τρία συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν από την επικράτηση της κεντροδεξιάς στις τελευταίες ευρωεκλογές. Το πρώτο είναι μάλλον σωστό. Το δεύτερο είναι μάλλον λάθος. Το τρίτο είναι σχεδόν σίγουρα λάθος. Το πρώτο, μάλλον ορθό συμπέρασμα, είναι ότι οι Ευρωπαίοι χρησιμοποίησαν τις ευρωεκλογές για να επιδοκιμάσουν ή να αποδοκιμάσουν τις κυβερνήσεις τους. Καθοριστικό κριτήριο ήταν κυρίως η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.

Οπου οι εκλογείς θεώρησαν την αντιμετώπιση της κρίσης επαρκή, ενίσχυσαν το κυβερνών κόμμα (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία κ.λπ.). Οπου θεώρησαν ότι υπολείπεται (στην Ισπανία της καλπάζουσας ανεργίας), το καταψήφισαν. Σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις, η καταψήφιση της κυβέρνησης έλαβε χαρακτήρα γενικευμένης αποδοκιμασίας: στη Βρετανία και στην Ελλάδα. Στη Βρετανία, παρά τον επιδέξιο χειρισμό της κρίσης, ο Μπράουν χρεώνεται τις πολιτικές που τη δημιούργησαν. Οι Βρετανοί τον βαρέθηκαν.

Το δεύτερο, μάλλον λάθος συμπέρασμα, είναι η γενίκευση ότι η συγκυρία τάχα ευνοεί την κεντροδεξιά έναντι της κεντροαριστεράς. Το οικονομικό μείγμα που οι ευρωπαϊκές κοινωνίες δείχνουν σήμερα να εμπιστεύονται δεν είναι πιο συμβατό με την κεντροδεξιά από ό,τι είναι με την κεντροαριστερά. Εχει σαφή κεϊνσιανά και «σοσιαλδημοκρατικά» χαρακτηριστικά - στο πλαίσιο της ΟΝΕ και του Συμφώνου Σταθερότητας. Η νίκη της κεντροδεξιάς σε Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στο γαλλο-γερμανικό μοντέλο της ρυθμιζόμενης, «κοινωνικής» οικονομίας της αγοράς και του κοινωνικού κράτους. Βοήθησε καθοριστικά κι η εικόνα μιας διαιρεμένης και σπαρασσόμενης σοσιαλιστικής αντιπολίτευσης. Δηλαδή η οικονομική κρίση ενίσχυσε την εκάστοτε κυβέρνηση, αρκεί αυτή να αντέδρασε με στοιχειώδη αποτελεσματικότητα. Στη μέση της καταιγίδας δεν αλλάζεις καπετάνιο. Ιδίως αν πρόκειται για τη στιβαρή ηγεσία της Μέρκελ ή ακόμα και του Σαρκοζί.

Το τρίτο, και σχεδόν σίγουρα λάθος συμπέρασμα, είναι ότι η κεντροαριστερά έχασε επειδή δεν είναι αρκετά αριστερή. Αυτό θα είχε βάση αν τις απώλειες των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων είχε καρπωθεί η Αριστερά. Ομως αυτό δεν συνέβη. Αντίθετα, κερδισμένοι βγήκαν πράσινοι, ακροδεξιοί και ευρωσκεπτικιστές. Η ψήφος διαμαρτυρίας ήταν εν πολλοίς ψήφος ανασφάλειας: ξενοφοβική και αντιμεταναστευτική.